ΟΛΗ ΜΟΥ Η ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ

 

Όλη μου η περιουσία

η μολυβοθήκη μου.  

Η ξύστρα που ακονίζει

τη λεπίδα του μολυβιού
για να χαράξει στο δέρμα του Χρόνου
τις απόκρυφες σκέψεις του ασυνείδητου. 
Η γόμα που θα σβήσει τα σφάλματα
αφήνοντας μια απαλή ουλή
για να θυμίζει τα λάθος βήματα
και να διορθώνει τις επόμενες επιλογές.  
Τα μολύβια σαν βέλη στη φαρέτρα
τρυπούν τα σωθικά της ψυχής μου
και το αίμα μου ρέει στις γραμμές του τετραδίου
γίνεται νάμα να ξεδιψούν
των καιρών οι στρατολάτες. 

Όλη μου η περιουσία

η μολυβοθήκη μου.
Όλη μου η περιουσία
οι λέξεις μου.     

 

ΘΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΩ

 

Θα αντισταθώ

θα γελάω κάτω από τα σύννεφα της θλίψης
θα τραγουδώ πάνω απ’ τα νεκρά λουλούδια
θα καλωσορίζω τον πόνο
στην πένθιμη αυλή μου.
Θα αγαπώ τον προδότη που λύγισε
τον χαφιέ που δε συγκράτησε την άρρωστη γλώσσα του
το μαχαίρι του φονιά που δεν αντιστάθηκε.
Θα χαϊδεύω την κακία του κόσμου
και το λύκο που μου δάγκωσε το λαιμό
το μίσος που στο αίμα μας ρέει θα πίνω.
Θα μιλάω
στις άκαμπτες σιωπές των αιώνων
για τα λάθη που το πράσινο της ελπίδας σκοτώσανε
για τους θεούς που δίχως οίκτο δικάζουν
για τους θεούς που δίχως οίκτο διχάζουν
και το φόβο σπέρνουν στα μάτια μας.
Θα αντισταθώ
με της αγάπης το άγγισμα
που τις πληγές των ψυχών μας αγιάζει.    
 

ΤΟ ΑΡΩΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ

 

Ένα ποτήρι γλυκό κρασί

μια στάλα μέλι στη φέτα του ψωμιού
ένα χέρι που συνοδεύει τα βήματά σου
μια ζεστή αγκαλιά κάτω απ’ το σεντόνι σου,
μια ειρηνική λέξη για τον συνάνθρωπο
ένα χάδι για το αδέσποτο σκυλί
ένα χαμόγελο για τις ανήμπορες μέρες
μια καθαρή συνείδηση
για τις νύχτες τις αξημέρωτες. 
Πόσο λίγα και απλά
μπορούν να φέρουν στον κόσμο μας
το άρωμα του παράδεισου.     
 

ΕΔΩ ΑΠ’ ΕΞΩ 

 

Εδώ απ’ έξω

η μοναχικότητα είναι ελευθερία
η ελευθερία τρομοκρατεί
σαν όνειρο που δεν ξύπνησε ακόμη
και πετά ανεξέλεγκτα
στης εγρήγορσης το βλεφάρισμα.  
Εδώ απ’ έξω
το χέρι γράφει άφοβα τα μυστικά της ψυχής
ο Νους πουλί ατρόμητο στην μπόρα
η κραυγή ραγίζει τα σωθικά της Αλήθειας
το αίμα γίνεται νάμα της ύπαρξης
το δάκρυ δεν ντρέπεται να κυλήσει στα ξαναμμένα μάγουλα
οι λέξεις εξομολογήσεις
που ψιθυρίζουν τ’ ανομολόγητα.  
Εδώ απ’ έξω
κανείς και τίποτα δε μ’ αγγίζει
οι μύχιες σκέψεις χορεύουν ξέφρενα
στο αλλόκοτο πανηγύρι της έκστασης.  
Εδώ απ’ έξω
η μοναξιά μου ενώνεται με τις αγωνίες των άλλων θνητών
κι ένα πανανθρώπινο τραγούδι υψώνεται
φέγγει σαν άστρο θαμπό
στις σκοτεινές ερημιές της αβύσσου.           

 

Το τσίμπημα του φιδιού

 

Μουδιάζει το σώμα

εξασθενεί
λίγα βήματα ακόμη
τα τελευταία
μικρή η απόσταση ως το χαμό
σε λίγο το μυαλό θα θολώσει
θα στέκεις ακίνητος
ανήμπορο θύμα
δε θα νιώσεις ποτέ
το επερχόμενο τέλος.  
Λίγο πριν τις έσχατες ανάσες
το φίδι θα ανοίξει το στόμα
θα αρχίσει να σε καταπίνει
απ’ το κεφάλι πρώτα
μέχρι που ολόκληρος θα κολυμπάς
στα οξέα του στομαχιού του.
Αχόρταγος αρουραίος
που δεν προνόησες να το αποφύγεις
να του κόψεις το λαιμό, 
αχόρταγος αρουραίος
που ροκάνισες αλόγιστα
τις ελπίδες της ζωής σου
κι άφησες το ύπουλο φίδι
να σε κατασπαράξει ζωντανό
και σένα και τα παιδιά σου
και τα παιδιά των παιδιών σου. 
Θηράματα εσαεί
το δηλητήριο θα ρέει στο αίμα
εις τους αιώνες των αιώνων.      

 

Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ  

 

ας αφήσουμε τα παιδιά να μεγαλώσουν

ας μάθουμε απ’ το γέλιο τους

 

 

 

Το γαλάζιο έγινε κόκκινο

ο ουρανός έγινε χώμα
το φως έγινε σκοτάδι.
Βάλαμε στη Σκέψη παρωπίδες
και τυφλοί σερνόμαστε στη λάσπη.
Μας βλέπουν τα πλάσματα του Χάους
χωρίς αιδώ να σκοτωνόμαστε
χωρίς αιδώ να αυτοκαταστρεφόμαστε
χωρίς αιδώ…  
Κάναμε τον παράδεισο κόλαση
θάψαμε την αγάπη στη ματαιοδοξία της έπαρσης
σπαταλήσαμε το άγγισμα του Ήλιου
κι έγινε θεός μας το έρεβος. 
Είμαστε η χαμένη ευκαιρία της ζωής
η λαβωμένη ελπίδα της Γνώσης
το παιδί που δε μεγάλωσε ποτέ
ο νεκρός που δεν αναστήθηκε
το νερό που εξατμίστηκε
προτού γεννηθεί ο σπόρος.  
Είμαστε η χαμένη ευκαιρία της ζωής
είμαστε η ντροπή του σύμπαντος.      

 

Τρεχαντήρι

Στο Νικόλα Παπάζογλου

 

Στο Θιάκι και στην Κέρκυρα

στη Νιό, στη Σαντορίνη
στους Φούρνους και στην Ικαριά
στη Χιό, στη Μυτιλήνη.

-R- (δις)

Τρεχαντήρι τιμονεύω

την αγάπη μου γυρεύω. 

Σιρόκο, Γραίγο, Όστρια

Πουνέντε και Μαΐστρο
και Τραμουντάνα και Γαρμπή
περνώ μα δε σε βρίσκω.

-R- (δις)

Τρεχαντήρι τιμονεύω

την αγάπη μου γυρεύω. 

Τον κόσμο όλο γύρισα

σκιστήκαν τα πανιά μου
αναστενάζουν οι σκαρμοί
μαζί με την καρδιά μου.

-R- (δις)

Τρεχαντήρι τιμονεύω

την αγάπη μου γυρεύω.   

 

 

Επίκληση

 

Αναβρασμός στα σωθικά

και στο μυαλό θαμπάδα
το άγγισμά σου δόνηση
συμπαντική φουρτούνα,
μέσα στο πέλαγο του Νου
τα κύματα μεγάλα
σ’ ένα ταξίδι άγνωστο
με πάνε οι ανέμοι.   

Είν’ η αλήθεια μια σκιά

στις παρυφές του Ήλιου
εξομολόγηση κρυφή
με της ψυχής το κλάμα,
μέσ’ στο σκοτάδι μαχαιριά
και έσχατη ανάσα
σε μια ζωή χωρίς φτερά
που φεύγει πριν αρχίσει.  

Έλα και δώσ’ μου λίγο φως

στάξε μια στάλα μέλι
απ’ το αθάνατο νερό
γεύση γλυκιά στα χείλη,
τα μυστικά της ύπαρξης
σε όνειρο γαλάζιο
να αγκαλιάσω ταπεινά
κι απ’ την αρχή να ζήσω.     
 

Φωτιά

Αφιερωμένο στους πολιτικάντηδες

και τους ρουσφετομανείς πολίτες

της μεταπολίτευσης.    

 

 

Τα ιδανικά σε μια φωτιά
καήκανε και πάνε
πνίγηκαν μέσ’ στα πέλαγα
λουφάξαν, δε μιλάνε
λουφάξαν, δε μιλάνε.  
Τα ιδανικά μας μια στιγμή
μονάχα πολεμάνε
δίχως πυγμή βολεύονται
τους ψεύτες προσκυνάνε
τους ψεύτες προσκυνάνε.

 

-R-

Φωτιά να κάψει τα φρικιά

με τ’ ακριβά κοστούμια

να τους πετάξουμε βαθιά

με φάπες και μπαστούνια. 

Φωτιά να κάψει τα φρικιά

στο διάολο να πάνε

να καθαρίσουν τα σκατά

που ζέχνουν και βρωμάνε.  

 

 

Του εβδομήντα η γενιά

χειρότερη απ’ όλες
τίποτα δε νοιαζόμαστε  
αχόρταγοι ξερόλες
αχόρταγοι ξερόλες. 
Όλοι μαζί μέσ’ στην πυρά
σαν ξύλα να καούμε
όλα να γίνουν κάρβουνο
τα νιάτα να σωθούνε
τα νιάτα να σωθούνε.  

 -R-       

 

Μετουσίωση

 

Κάθε τόπος έχει μια ξενιτιά

κάθε ξενιτιά γίνεται τόπος
τόπος γνώριμος, οικείος
που τον αγαπάς και σ’ αγαπάει
που τον μισείς και σε μισεί. 
Πάντα θα έχεις μέσα σου
τη στάμνα που κουβάλαγες νερό απ’ την πηγή
την κυκλοθυμική θάλασσα που ταξίδευε τα όνειρά σου
το πέτρινο γεφύρι πάνω απ’ το αγριεμένο ποτάμι
το κλαδί της συκιάς που έσπασε κάτω απ’ τα πόδια σου.

Πόσα κλαδιά θα σπάσουν κάτω απ’ τα πόδια σου
πόσα ποτάμια θα σου κόψουν το δρόμο
για πόσο ακόμη θα διψάς δίπλα σε άνυδρες πηγές
ως πότε θα αρμενίζεις στη φουρτουνιασμένη θάλασσα
της ψυχής σου…  

Σε κάθε τόπο τα ίδια θα διαβείς
σε οποιαδήποτε στιγμή του Χρόνου
θα ζεις ξανά τα ίδια
όσες φορές και αν το δεις
το ίδιο νόημα θα βγαίνει,
όσες φορές κι αν γεννηθείς
στην ίδια ουσία θα πεθαίνεις.        

 

Εδώ το σκότος, εδώ και το φως

 

Εδώ το σκότος, εδώ και το φως

παράδεισος και κόλαση εδώ
εδώ οι θεοί και οι διάβολοι
οι άγγελοι κι οι σατανάδες. 
Η μέρα και η νύχτα μέσα στα ίδια μάτια
το αίμα και η λύτρωση μέσα στο ίδιο σώμα
η αλήθεια και το ψέμα μέσα στην ίδια ψυχή. 
Το πάντα και το τίποτα μέσα στο ίδιο Χάος
αδίστακτη πραγματικότητα διαστέλλεται
πεθαίνει και γεννιέται κάθε στιγμή. 
Η κάθε στιγμή μια αιωνιότητα
η αιωνιότητα μία στιγμή
και η αρμονία συμπαντική σύρραξη
στη χαραυγή της ουτοπίας.       

 

ΞΕΝΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ 

 

Ξένος μέσα στη νύχτα

σέρνω τα αβέβαια βήματα
στου σκοταδιού τα καλντερίμια. 
Στις γειτονιές του Χάους τραγουδώ
ακάματος διαβάτης μεθυσμένος
από το άρωμα των λουλουδιών
και των χρωμάτων την απύθμενη γαλήνη. 
Λέω για ένα όνειρο γαλάζιο
που δε συνάντησε ακόμη το πρωί
που δεν ακούμπησε
το χαμογέλιο μιας χαρούμενης ημέρας
και το τραγούδι χάνεται
στα βάθη της αστείρευτης κακίας
στου μίσους την παράφωνη κραυγή.
Ξένος μέσα στη νύχτα
της σιωπής μου τις αλήθειες ψηλαφίζω
στα μονοπάτια της ψυχής μου αναζητώ
το φως το ανείδωτο που όλα θα τ’ αλλάξει…     

 

ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ ΜΑΣ

 

Αποκαΐδια στην ποδιά του Χρόνου

οι μέρες της νιότης μας
σκόρπισαν στο πρώτο τίναγμα.
Διαβατάρικα πουλιά που έχασαν την άνοιξη
απ’ του χειμώνα τις κορφές αγναντεύουν
ηλιόλουστα σκιρτήματα αλλοτινών ερώτων.
Παραδομένες στις ρυτίδες του καιρού
άλλες στεριές και θάλασσες γνωρίζουν
σε άλλα μέρη ταξιδεύουν πια
κι η πρώτη τους πατρίδα γη χαμένη
σε χάρτες βυθισμένους στα κοράλλια
περασμένων ναυαγίων.
Αποκαΐδια στη φωτιά του Χρόνου
οι μέρες της νιότης μας
μιας εποχής τη φλόγα να θυμίζουν.    

 

Οι νεκροί δε φοβούνται την αλήθεια

 

Οι νεκροί δε φοβούνται την αλήθεια

δεν έχουν δάκρυ για να την πλύνουν
δεν έχουν πόνο να τη σκεπάσουν
δεν έχουν μνήμη να την αλλάξουν. 
Γυμνοί κι ανέστιοι περιδιαβαίνουν
στα αξημέρωτα του Χρόνου
πετούν ελεύθερα εξαγνισμένοι
στον ορίζοντα του πάντα.
Τα χτεσινά φεγγάρια λησμονημένα
οι φόβοι νικημένοι καίγονται στο στερέωμα
το αίμα στέγνωσε στο άυλο παρόν
εξατμίστηκε η προσμονή στο μονότονο άπειρο
κι ο χτύπος της καρδιάς ανώφελος ήχος
στα βάθη του παρελθόντος.
Χάος αδίστακτο το φως λυτρώνει
τα αναπάντητα μορφή δεν έχουν,
ζωή και θάνατος συνυπάρχουν σε μια προσευχή
ανάμεσα στα μάτια αντικρουόμενων Ήλιων.     
 

Εαρινή ουτοπία

 

Ξημέρωσε καινούριος ήλιος

σε αλλιώτικο ουρανό, 
ολόχρυσες αχτίδες
χαϊδεύουν την κόμη των βουνών
ντύνουν με πολύχρωμα φιλιά τα νερά που κυλούν
πάνω στης Γης το ηδονικό κορμί.  
Ξεδιψούν τα αποκαμωμένα όνειρα
ξεπλένουν οι πληγές το αθώο τους αίμα
δροσίζονται οι ψυχές στις πηγές της νέας ζωής.  
Περαστικά σύννεφα χαμογελούν στο γαλάζιο ορίζοντα
χαρούμενα πουλιά παιχνιδίζουν στον άνεμο
ανταγωνίζονται τα πέταλα των λουλουδιών
ποιο θα κερδίσει της ομορφιάς το στέμμα.  
Κρίνοι ολόλευκοι τα μάτια των ανθρώπων
και οι καρδιές τους μητέρας αγκαλιά,  
οι θεοί θυσίασαν τους φόβους
τελευταία θυσία
στο βωμό της αγάπης
τραγουδώντας πανανθρώπινες μουσικές
που υψώνονται
σε νεογέννητους αστερισμούς.        

 

Διαλογισμός


Φόβο γεννά ο νους μου και φωτιά
καινούρια μονοπάτια να φωτίσει.
Σκέψη μεγάλα κρύβεις μυστικά
στοιχειώνεις, ανατρέπεις κάθε ρήση. 

Γνώση ποτέ δε θα ‘σαι αρκετή
κομμάτι το κομμάτι θα μαζεύω.
Φύση εσύ θεριό κι εγώ αρνί,
ανάσα είμαι έζησα και φεύγω.    
 

Διαλογισμός ΙΙ

 

Θα ξεμπλέξω το κουβάρι απ’ τα όνειρά μου

θα σου πω γι’ αυτά ποτέ που δε μιλούσα
σε μια άλλη μου ζωή τι αγαπούσα
και τι κάποτε ζητούσε η καρδιά μου.  

Πες κι εσύ γι’ αυτά που άλλοτε ποθούσες

και στη λήθη του μυαλού σου ξεχαστήκαν
ουρανός και ήλιος άλλοτε ας ήταν
τώρα πια δεν το θυμάσαι τι ζητούσες. 

Μα ο Χρόνος δε ρωτά, μας προσπερνάει

και στο χτες ό,τι πιστέψαμε αλλάζει
το αλλιώτικο το φως μη σε τρομάζει
σε καινούριους γαλαξίες θα μας πάει.      
 

ΣΑΝ ΑΣΤΡΑΠΗ ΠΟΥ ΣΒΗΝΕΙ 

 

Με τα σπασμένα μου φτερά

με παγωμένα χέρια
με μια ζωή σαν ανοιγοκλείσιμο βλεφάρου
και μια ψυχή σαν πουλί στην ερημιά. 
Με τα δυο μάτια μου δειλά
φοβισμένα αστέρια
και την αλήθεια μου κρυμμένη στου Χάους τα φαράγγια,
μ’ ένα γέλιο κι ένα δάκρυ στην καρδιά.

Περνώ το γκρίζο τ’ ουρανού

σαν αστραπή που σβήνει
και τα σημάδια του ο καιρός
στο σώμα μου αφήνει.           

 

 

 

Σώμα γεμάτο ουλές

 

Σώμα γεμάτο ουλές

πορεύεται κουτσαίνοντας
στους αγκαθωτούς δρόμους
στα βουνά της λύπης. 
Στους ώμους το βάρος των πληγών
χαρακιές θλίψης αυλακώνουν το πρόσωπο
επώδυνες εμπειρίες σκιάζουν το βλέμμα. 
Τα κουρασμένα χέρια σκάβουν
τις ασήκωτες μέρες
τις αξημέρωτες νύχτες,
λυγίζουν τα γόνατα στου καιρού τα σκαλοπάτια
ανεβαίνουν κατάκοπα τις επίπονες στιγμές
τσακίζονται στις άγριες χαράδρες του Χρόνου
και το αίμα κυλά στα ασταμάτητα ποτάμια της ζωής
το ξεπλένουν οι βροχές και το ξεβράζουν
στους ωκεανούς της μνήμης. 
Κάποτε κάποτε ρυάκια χαράς δροσίζουν τα μάγουλα
σταγόνες ευτυχίας ξεδιψάνε τα χείλη
η ομορφιά λούζει τα μαλλιά της
χτενίζεται και φορά το άρωμα των λουλουδιών
ώσπου να κοιμηθεί πάλι
στων ονείρων τα πράσινα φτερά.  
Σώμα γεμάτο ουλές
πεθαίνεις πριν να γεννηθείς
φεύγεις προτού να έρθεις
σαν μια ανάσα στη ρωγμή του πάντα
σαν μία ματιά στην απεραντοσύνη του τίποτα.    
 

ΑΝ

      αν απλώσουμε το χέρι

      θα ακουμπήσουμε την ευτυχία 

 

 

Κάθε στιγμή συμβαίνουν θαύματα γύρω μας

μπορούμε να τα δούμε αν είναι ανοιχτά
τα μάτια της ψυχής μας.
Αν είναι αναμμένη του μυαλού μας η φωτιά
θα βρούμε άλλους δρόμους, άλλα μονοπάτια
που θα μας οδηγήσουν σε νέα τοπία. 
Αν πλύνουμε τα χέρια με τα δάκρυα της καρδιάς μας
θα μπορέσουμε να νιώσουμε
την αγωνία των λουλουδιών
το φόβο των πουλιών
την απεραντοσύνη του ουρανού που μας σκεπάζει
τη δύναμη του ανέμου που μας αγγίζει τα μαλλιά. 
Αν πετάξουμε τις παρωπίδες της Σκέψης
θα φτιάξουμε καινούριους κόσμους
χωρίς θεούς και δαίμονες
χωρίς μαχαίρια και αλυσίδες. 
Φάροι αναβοσβήνουνε στα κύματα του Χρόνου
αν τα σημάδια των καιρών διαβάσουμε
θα αφήσουμε ξωπίσω μας κοράλλια
που θα ξεβραστούν σε μελλοντικές ακρογιαλιές
και τα μαργαριτάρια τους θα λάμπουν στο σκοτάδι.    
 

Ας πούμε, λοιπόν, στα παιδιά…

 

Ας πούμε, λοιπόν, στα παιδιά ( σε όσα ζουν ακόμη ) τι έγινε στα Τέμπη.

Ο πρωθυπουργός βέβαια ήταν σαφέστατος και έβγαλε αμέσως το πόρισμα: φταίει ένα λάθος ενός μόνο ανθρώπου. Άντε να βουτήξουμε και δυο-τρία υπαλληλάκια ακόμα και να τους χώσουμε φυλακή. Μέχρι εκεί θα φτάσουμε, παιδιά μου, και τίποτα παραπέρα και να είστε σίγουροι γι’ αυτό, διότι αυτό γίνεται εδώ και σαράντα χρόνια σ’ αυτόν το ρημαδότοπο.
Η άλλη η… ( άντε να μην την πω τώρα… ) αποφάσισε λέει ( καταπατώντας διεθνή ανθρωπιστικό νόμο ) να μην αφήσει τους συγγενείς να δουν τα διαμελισμένα και καμένα σώματα των νεκρών γιατί θέλει λέει να τους θυμούνται όμορφους και υγιείς όπως ήταν. Θράσος απύθμενο… Σου λέω λοιπόν ξεδιάντροπη κυρά μου ότι οι συγγενείς δε θέλουν να τους θυμούνται υγιείς και όμορφους αλλά, υγιείς και όμορφους θέλουν να τους έχουν κοντά τους. Και δεν τους έχουν εξαιτίας της εγκληματικής ανευθυνότητας και της απληστίας της κυβέρνησής σας και των κυβερνήσεων των τελευταίων σαράντα ετών.
Φυσικά, παιδιά μου, δε φταίνε μόνο αυτοί οι αδίστακτοι εγκληματίες πολιτικάντηδες που μας κυβερνούν τόσα χρόνια αλλά συνυπεύθυνοι είμαστε κι εμείς που τους ψηφίζουμε. Θα μου πείτε τώρα, γιατί το κάνουμε… θα σας απαντήσω λοιπόν… επειδή το ρουσφέτι είναι το μεγαλύτερο καρκίνωμα στα γονίδια του ελληναρά: μου έκανες το ρουσφέτι; Σε ψηφίζω. Και δεν πα να καταστρέψεις κι όλο τον κόσμο…
Κι έτσι, παιδιά μου, τους αφήνουμε να κάνουν το μοναδικό πράγμα που ξέρουν, να αρπάζουν και να τσεπώνουν. Κι αυτοί και οι παρέες τους, κάτι μεγαλοεργολάβοι και μεγαλοκαρχαρίες που δεν έχουν αφήσει τίποτα όρθιο σ’ αυτόν τον μπουρδελότοπο.
Μην περιμένετε λοιπόν, παιδιά μου, ότι θα πάει φυλακή κάποιος απ’ τους υπεύθυνους, αυτό δεν έγινε και δε θα γίνει ποτέ σ’ αυτό το αχούρι που ζούμε.
Οι υπεύθυνοι, κάτι πρώην πρωθυπουργοί, υπουργοί, βουλευτές, περιφερειάρχες κλπ των τελευταίων σαράντα χρόνων όχι μόνο είναι ελεύθεροι αλλά τους δίνουμε και σύνταξη… Τα ξέρετε αυτά παιδιά μου;
Δε θέλω να σας δώσω καμμιά συμβουλή, δε θα μπορούσα άλλωστε… Θα ήθελα όμως να σας πω την ταπεινή μου γνώμη: η δικιά μας γενιά είναι βουτηγμένη στη βρώμα και τη δυσωδία και είναι ποτισμένη μέχρι τα κόκκαλα. Εμείς δεν πρόκειται να αλλάξουμε τίποτα. Εσείς όμως ίσως προλαβαίνετε, που πολύ αμφιβάλλω αφού με την Παιδεία ( την ποια;;; ) που σας παρέχουμε μάλλον κι εσείς θα γίνεται τα ίδια σκατά με μας… Όσο όμως υπάρχουν παιδιά και νέοι άνθρωποι υπάρχει και ελπίδα…
Ίσως εσείς αλλάξετε κάποια πράγματα.
Σε εσάς ελπίζουμε.

 

ΥΓ. Τα παιδιά, στις αυλές των σχολείων τους, σχημάτισαν με τις σάκες τους τη φράση «Μόλις φτάσεις πάρε με»

Εύγε σας! Μας δείξατε ότι ίσως έχουν απομείνει κάποια ψήγματα ανθρωπιάς και ευαισθησίας!

( 3 Μαρτίου 2023 )   

Ντίνος Ι. Γλαρός  

 

ΕΠΑΝΕΡΧΟΜΕΝΟΙ ΦΟΒΟΙ

 

Επανερχόμενοι φόβοι

για λίγο μ’ αφήνουν να γευτώ
της χαράς μου το πέρασμα
της ανάσας το γέλιο.
Επανερχόμενοι φόβοι
για λίγο μ’ αφήνουν να σταθώ
φευγαλέο συμπέρασμα
στου μυαλού το θεμέλιο.  

Επανερχόμενοι φόβοι

ξυπνάνε της λήθης μυστικά
της ψυχής μου φαντάσματα
που τον ύπνο χαλάνε.
Επανερχόμενοι φόβοι
λυγίζουν ατίθασα φτερά
και μοιραία ξεσπάσματα
που στον Ήλιο πετάνε.     
 Στου χορού το ψέμα - youtube 

Μουσική: Τηλέμαχος Βούλγαρης / Στίχοι: Ντίνος Ι. Γλαρός
Τραγούδι: Ελένη Κατσούλη
Βιολί: Μιχάλης Κουντούρης
Τσέλο: Διονύσης Κοτταρίδης
Φλάουτο: Γιώτα Παδοβά
Σαξόφωνο: Σταύρος Βόλαρης
Πιάνο: Γιάννης Σιψάκος
Κρουστά: Γιάννος Μπάκας
Κοντραμπάσο: Θεόδωρος Κουέλης
Από τη συλλογή τραγουδιών "Λιτές Ανάσες"
Πίνακας: James Abbott McNeill Whistler
Nocturne in Black and Gold – The Falling Rocket
Στου χορού το ψέμα
Πιο πέρα από τα σύννεφα
σεριάνισα και γύρεψα
το γέλιο και το δάκρυ
ανάβουνε τα βράδια μου
κι αφήνω τα σημάδια μου
στου φεγγαριού την άκρη.
Με πληγωμένα τα φτερά
σε καρτερώ να ‘ρθείς ξανά
σε λάγνο ακρογιάλι
είδα φωτιά στον ύπνο μου
κι όλα γυρίζουν γύρω μου
στης αγκαλιάς τη ζάλη.
R
Είμαι εδώ για σένα
στου χορού το ψέμα
κρύψου μέσα μου.
Μη φοβάσαι φως μου
τη βοή του κόσμου
κρύψου μέσα μου
κρύψου μέσα μου.
Νύχτα ατέλειωτη
αξημέρωτη.
Νύχτα ατέλειωτη
αξημέρωτη.
Δημοσίευση 5-2-2023

  ΟΤΑΝ ΤΡΑΓΟΥΔΑΝΕ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ     Όταν τραγουδάνε τα πουλιά τα δέντρα σύγκορμα αναριγούν και τα λουλούδια χρωματίζουν τις αυγές. Νότ...