ΟΛΗ ΜΟΥ Η ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ

 

Όλη μου η περιουσία

η μολυβοθήκη μου.  

Η ξύστρα που ακονίζει

τη λεπίδα του μολυβιού
για να χαράξει στο δέρμα του Χρόνου
τις απόκρυφες σκέψεις του ασυνείδητου. 
Η γόμα που θα σβήσει τα σφάλματα
αφήνοντας μια απαλή ουλή
για να θυμίζει τα λάθος βήματα
και να διορθώνει τις επόμενες επιλογές.  
Τα μολύβια σαν βέλη στη φαρέτρα
τρυπούν τα σωθικά της ψυχής μου
και το αίμα μου ρέει στις γραμμές του τετραδίου
γίνεται νάμα να ξεδιψούν
των καιρών οι στρατολάτες. 

Όλη μου η περιουσία

η μολυβοθήκη μου.
Όλη μου η περιουσία
οι λέξεις μου.     

 

ΘΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΩ

 

Θα αντισταθώ

θα γελάω κάτω από τα σύννεφα της θλίψης
θα τραγουδώ πάνω απ’ τα νεκρά λουλούδια
θα καλωσορίζω τον πόνο
στην πένθιμη αυλή μου.
Θα αγαπώ τον προδότη που λύγισε
τον χαφιέ που δε συγκράτησε την άρρωστη γλώσσα του
το μαχαίρι του φονιά που δεν αντιστάθηκε.
Θα χαϊδεύω την κακία του κόσμου
και το λύκο που μου δάγκωσε το λαιμό
το μίσος που στο αίμα μας ρέει θα πίνω.
Θα μιλάω
στις άκαμπτες σιωπές των αιώνων
για τα λάθη που το πράσινο της ελπίδας σκοτώσανε
για τους θεούς που δίχως οίκτο δικάζουν
για τους θεούς που δίχως οίκτο διχάζουν
και το φόβο σπέρνουν στα μάτια μας.
Θα αντισταθώ
με της αγάπης το άγγισμα
που τις πληγές των ψυχών μας αγιάζει.    
 

ΤΟ ΑΡΩΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ

 

Ένα ποτήρι γλυκό κρασί

μια στάλα μέλι στη φέτα του ψωμιού
ένα χέρι που συνοδεύει τα βήματά σου
μια ζεστή αγκαλιά κάτω απ’ το σεντόνι σου,
μια ειρηνική λέξη για τον συνάνθρωπο
ένα χάδι για το αδέσποτο σκυλί
ένα χαμόγελο για τις ανήμπορες μέρες
μια καθαρή συνείδηση
για τις νύχτες τις αξημέρωτες. 
Πόσο λίγα και απλά
μπορούν να φέρουν στον κόσμο μας
το άρωμα του παράδεισου.     
 

ΕΔΩ ΑΠ’ ΕΞΩ 

 

Εδώ απ’ έξω

η μοναχικότητα είναι ελευθερία
η ελευθερία τρομοκρατεί
σαν όνειρο που δεν ξύπνησε ακόμη
και πετά ανεξέλεγκτα
στης εγρήγορσης το βλεφάρισμα.  
Εδώ απ’ έξω
το χέρι γράφει άφοβα τα μυστικά της ψυχής
ο Νους πουλί ατρόμητο στην μπόρα
η κραυγή ραγίζει τα σωθικά της Αλήθειας
το αίμα γίνεται νάμα της ύπαρξης
το δάκρυ δεν ντρέπεται να κυλήσει στα ξαναμμένα μάγουλα
οι λέξεις εξομολογήσεις
που ψιθυρίζουν τ’ ανομολόγητα.  
Εδώ απ’ έξω
κανείς και τίποτα δε μ’ αγγίζει
οι μύχιες σκέψεις χορεύουν ξέφρενα
στο αλλόκοτο πανηγύρι της έκστασης.  
Εδώ απ’ έξω
η μοναξιά μου ενώνεται με τις αγωνίες των άλλων θνητών
κι ένα πανανθρώπινο τραγούδι υψώνεται
φέγγει σαν άστρο θαμπό
στις σκοτεινές ερημιές της αβύσσου.           

 

Το τσίμπημα του φιδιού

 

Μουδιάζει το σώμα

εξασθενεί
λίγα βήματα ακόμη
τα τελευταία
μικρή η απόσταση ως το χαμό
σε λίγο το μυαλό θα θολώσει
θα στέκεις ακίνητος
ανήμπορο θύμα
δε θα νιώσεις ποτέ
το επερχόμενο τέλος.  
Λίγο πριν τις έσχατες ανάσες
το φίδι θα ανοίξει το στόμα
θα αρχίσει να σε καταπίνει
απ’ το κεφάλι πρώτα
μέχρι που ολόκληρος θα κολυμπάς
στα οξέα του στομαχιού του.
Αχόρταγος αρουραίος
που δεν προνόησες να το αποφύγεις
να του κόψεις το λαιμό, 
αχόρταγος αρουραίος
που ροκάνισες αλόγιστα
τις ελπίδες της ζωής σου
κι άφησες το ύπουλο φίδι
να σε κατασπαράξει ζωντανό
και σένα και τα παιδιά σου
και τα παιδιά των παιδιών σου. 
Θηράματα εσαεί
το δηλητήριο θα ρέει στο αίμα
εις τους αιώνες των αιώνων.      

 

Η ΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ  

 

ας αφήσουμε τα παιδιά να μεγαλώσουν

ας μάθουμε απ’ το γέλιο τους

 

 

 

Το γαλάζιο έγινε κόκκινο

ο ουρανός έγινε χώμα
το φως έγινε σκοτάδι.
Βάλαμε στη Σκέψη παρωπίδες
και τυφλοί σερνόμαστε στη λάσπη.
Μας βλέπουν τα πλάσματα του Χάους
χωρίς αιδώ να σκοτωνόμαστε
χωρίς αιδώ να αυτοκαταστρεφόμαστε
χωρίς αιδώ…  
Κάναμε τον παράδεισο κόλαση
θάψαμε την αγάπη στη ματαιοδοξία της έπαρσης
σπαταλήσαμε το άγγισμα του Ήλιου
κι έγινε θεός μας το έρεβος. 
Είμαστε η χαμένη ευκαιρία της ζωής
η λαβωμένη ελπίδα της Γνώσης
το παιδί που δε μεγάλωσε ποτέ
ο νεκρός που δεν αναστήθηκε
το νερό που εξατμίστηκε
προτού γεννηθεί ο σπόρος.  
Είμαστε η χαμένη ευκαιρία της ζωής
είμαστε η ντροπή του σύμπαντος.      

 

Τρεχαντήρι

Στο Νικόλα Παπάζογλου

 

Στο Θιάκι και στην Κέρκυρα

στη Νιό, στη Σαντορίνη
στους Φούρνους και στην Ικαριά
στη Χιό, στη Μυτιλήνη.

-R- (δις)

Τρεχαντήρι τιμονεύω

την αγάπη μου γυρεύω. 

Σιρόκο, Γραίγο, Όστρια

Πουνέντε και Μαΐστρο
και Τραμουντάνα και Γαρμπή
περνώ μα δε σε βρίσκω.

-R- (δις)

Τρεχαντήρι τιμονεύω

την αγάπη μου γυρεύω. 

Τον κόσμο όλο γύρισα

σκιστήκαν τα πανιά μου
αναστενάζουν οι σκαρμοί
μαζί με την καρδιά μου.

-R- (δις)

Τρεχαντήρι τιμονεύω

την αγάπη μου γυρεύω.   

 

 

Επίκληση

 

Αναβρασμός στα σωθικά

και στο μυαλό θαμπάδα
το άγγισμά σου δόνηση
συμπαντική φουρτούνα,
μέσα στο πέλαγο του Νου
τα κύματα μεγάλα
σ’ ένα ταξίδι άγνωστο
με πάνε οι ανέμοι.   

Είν’ η αλήθεια μια σκιά

στις παρυφές του Ήλιου
εξομολόγηση κρυφή
με της ψυχής το κλάμα,
μέσ’ στο σκοτάδι μαχαιριά
και έσχατη ανάσα
σε μια ζωή χωρίς φτερά
που φεύγει πριν αρχίσει.  

Έλα και δώσ’ μου λίγο φως

στάξε μια στάλα μέλι
απ’ το αθάνατο νερό
γεύση γλυκιά στα χείλη,
τα μυστικά της ύπαρξης
σε όνειρο γαλάζιο
να αγκαλιάσω ταπεινά
κι απ’ την αρχή να ζήσω.     
 

Φωτιά

Αφιερωμένο στους πολιτικάντηδες

και τους ρουσφετομανείς πολίτες

της μεταπολίτευσης.    

 

 

Τα ιδανικά σε μια φωτιά
καήκανε και πάνε
πνίγηκαν μέσ’ στα πέλαγα
λουφάξαν, δε μιλάνε
λουφάξαν, δε μιλάνε.  
Τα ιδανικά μας μια στιγμή
μονάχα πολεμάνε
δίχως πυγμή βολεύονται
τους ψεύτες προσκυνάνε
τους ψεύτες προσκυνάνε.

 

-R-

Φωτιά να κάψει τα φρικιά

με τ’ ακριβά κοστούμια

να τους πετάξουμε βαθιά

με φάπες και μπαστούνια. 

Φωτιά να κάψει τα φρικιά

στο διάολο να πάνε

να καθαρίσουν τα σκατά

που ζέχνουν και βρωμάνε.  

 

 

Του εβδομήντα η γενιά

χειρότερη απ’ όλες
τίποτα δε νοιαζόμαστε  
αχόρταγοι ξερόλες
αχόρταγοι ξερόλες. 
Όλοι μαζί μέσ’ στην πυρά
σαν ξύλα να καούμε
όλα να γίνουν κάρβουνο
τα νιάτα να σωθούνε
τα νιάτα να σωθούνε.  

 -R-       

 

Μετουσίωση

 

Κάθε τόπος έχει μια ξενιτιά

κάθε ξενιτιά γίνεται τόπος
τόπος γνώριμος, οικείος
που τον αγαπάς και σ’ αγαπάει
που τον μισείς και σε μισεί. 
Πάντα θα έχεις μέσα σου
τη στάμνα που κουβάλαγες νερό απ’ την πηγή
την κυκλοθυμική θάλασσα που ταξίδευε τα όνειρά σου
το πέτρινο γεφύρι πάνω απ’ το αγριεμένο ποτάμι
το κλαδί της συκιάς που έσπασε κάτω απ’ τα πόδια σου.

Πόσα κλαδιά θα σπάσουν κάτω απ’ τα πόδια σου
πόσα ποτάμια θα σου κόψουν το δρόμο
για πόσο ακόμη θα διψάς δίπλα σε άνυδρες πηγές
ως πότε θα αρμενίζεις στη φουρτουνιασμένη θάλασσα
της ψυχής σου…  

Σε κάθε τόπο τα ίδια θα διαβείς
σε οποιαδήποτε στιγμή του Χρόνου
θα ζεις ξανά τα ίδια
όσες φορές και αν το δεις
το ίδιο νόημα θα βγαίνει,
όσες φορές κι αν γεννηθείς
στην ίδια ουσία θα πεθαίνεις.        

  ΟΛΗ ΜΟΥ Η ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ   Όλη μου η περιουσία η μολυβοθήκη μου.     Η ξύστρα που ακονίζει τη λεπίδα του μολυβιού για να χαράξει στ...