Ο ΓΛΑΡΟΣ 

 

Το χιόνι πέφτει αδίστακτο

οι ανελέητες νιφάδες χαράζουν τον ορίζοντα
μαργώνουν τα πουλιά που ξέμειναν
και να κουρνιάσουν στη φωλιά δεν πρόλαβαν. 
Μόνο ένας γλάρος επίμονα πετά
αψηφά το κρύο, τον αέρα
το σκοτάδι, τη βροχή
το φόβο
την αβεβαιότητα. 

Τον κοιτώ και θαυμάζω·

τι ανθεκτικό πουλί
τι ατρόμητο πέταγμα!    

Το χιόνι αναφωνεί:

είμαι εδώ κι όλα θα τα παγώσω
τα νερά θα κρυσταλλώσουν
τα φυτά θα μαραθούν.  
Κι ο γλάρος αναφωνεί:
είμαι εδώ και θα πετάω
με όση δύναμη μου απομένει
κι αν είναι τώρα οι φτερούγες μου να σπάσουν
αν είναι τώρα ο αέρας να με πάρει
αν των φτερών το τίναγμα είναι το τελευταίο, 
θα το χαρώ μέχρι το τέλος
μέχρι το τέλος θα το ζήσω
αυτό το πέταγμα
που είναι μικρό σαν μια σταγόνα
σαν ένα θρόισμα δειλό.       
 

Άθροισμα 

 

Πάντοτε προσπαθούσα να ζήσω όπως θέλω,  

να ορίζω εγώ τις επιλογές μου
λαθεμένες ή σωστές να είναι απόλυτα δικές μου
θετικά και αρνητικά να είναι η φωνή της καρδιάς μου.  
Άλλοτε τα κατάφερνα κι άλλοτε όχι
άλλοτε έχανα κι άλλοτε κέρδιζα
( ή και τα δυο μαζί )
κάποτε απόλυτος κυρίαρχος
και κάποτε ανήμπορος σκλάβος.    
Ορατά κι αόρατα δεσμά
ηθελημένα ή αθέλητα
περιτριγύριζαν τη σκέψη μου
και ταυτόχρονα ατρόμητα φτερά
ανέμιζαν στην ψυχή μου.   
Και τώρα εδώ στου δρόμου τα μισά
μετρώ τα βήματά μου
να σέρνονται στα λασπόνερα πάνω στο χώμα
κι άλλες φορές σε κορυφές απάτητες
να ατενίζουν τον μακρινό ορίζοντα της Αλήθειας, 
τα ερωτήματα να παραμένουν αναπάντητα
οι απαντήσεις να καταρρέουν σαν χάρτινοι πύργοι
κι αυτό το Χάος που με φιλοξενεί
να εισχωρεί στα σωθικά μου
και να γίνεται η ίδια μου η ύπαρξη.      

 

Άσπρα πουλιά

 

Άσπρα πουλιά

τραγουδούν γελαστά
στην καρδιά μας
πάνε ψηλά
και ξυπνάνε γλυκά
τα όνειρά μας.  

Άσπρα πουλιά

και στον ήλιο πετούν
και στ’ αγιάζι
στην ερημιά
τα φτερά τους χτυπούν
στο χαλάζι.  

Άσπρα πουλιά

είν’ οι μέρες περνούν
σαν αέρας
πάνε γοργά
το γαλάζιο να δουν
μιας εσπέρας.      

  Είμαι   Είμαι λουλούδι του αγρού πίνω βροχή του ουρανού. Είμαι πουλί στα σκοτεινά φύλλο αφημένο στο βοριά.      Ένα κι ένα κ...