Αχέροντας





Σε ανύποπτη στιγμή
θα έρθει
σαν έκπληξη απαστράπτουσα
με λαμπιόνια που σβήνουν
σ’ ένα σκοτάδι
χωρίς γυρισμό… 
Θα με ρωτήσει αδίστακτα
ποιες ήταν οι πράξεις μου
και θα αποφασίσει
αν θα με σύρει μαζί του
απ’ τα μαλλιά τραβώντας με
ταπεινωμένο δέρμα δίχως ψυχή
ή αν στο πλάι του
διασχίσω περήφανα
το μεγάλο ποτάμι
ως την απέναντι όχθη
του Αχέροντα. 


Αμερόληπτος δικαστής 
δικαιοσύνης ακλόνητης
απονέμει γαλήνη
τιμωρεί με ερινύες
θλιβερές και αιώνιες.
Απονέμει γαλήνη
ή καταδικάζει
της ύπαρξης το πέρασμα
στων ζωντανών την άγνοια. 


Θα μιλήσω ξέπνοα
θα ζητήσω να μάθω
αν αρχή ήταν τώρα
της ζωής μου και πάλι
τι θα έδινε τάχα μου
στο ταξίδι να πάρω
μια κουβέντα για ρότα μου
του μυαλού αστρολάβο;
Και ο πάνσοφος γέροντας
θα μ’ αγγίξει στον ώμο
προς τα πίσω κοιτάζοντας
με το χέρι θα δείξει,
τελευταία απάντηση
που ζητώ θα μου δώσει: 


σαν κριτής η ανάμνηση
όσων άφησες πίσω
θα μιλήσει για σένανε
και το βιος θα μετρήσει…
τώρα κρίνε και λόγιασε
αν θα ζήσει για πάντα
ή αν τον εχαράμισες
στην ανούσια ύπαρξη
της ψυχής σου το θάνατο…    

  Βροχή ανέμελη Στην Αγγελική     Βροχή ανέμελη σκάβει το χώμα γλείφει τους τοίχους, τις ταράτσες, τα κεραμίδια την ταλαιπωρημένη ...