Πάθος είναι…

 

Πάθος είναι…

να νικάς το δεν μπορώ
να ξεπερνάς κατά ένα βήμα τα όρια σου
να ατενίζεις το γκρεμό χωρίς φόβο
τραγουδώντας να αντικρίζεις το τέλος.
Ένα λουλούδι στου μυαλού σου τα άγονα
η βελτίωση του χτεσινού εαυτού σου
μια ηχώ στης ερημιάς τα φαράγγια
μια φωτιά που δημιουργεί νέα βλάστηση
μια μοναχική ανεμώνα στο στείρο έδαφος.

Πάθος είναι…

να ανοίγεις τα φτερά σου
κι ας ξέρεις πως θα καούν
κι ας ξέρεις πως θα σε παρασύρει ο άνεμος
και θα σε τσακίσει στα αλύγιστα βουνά
προτού προλάβεις να δεις
τους νέους ορίζοντες.
Η ουτοπία που γεννά την ανάσα σου
η αέναη ανάγκη να αφήσεις το σημάδι σου
για τους επόμενους οδοιπόρους
που ακάματα θα προσπερνούν
τις εποχές του κόσμου.  

Πάθος είναι…

ο ερωτικός παροξυσμός στων ονείρων τα κύματα
ηδονικές εκλάμψεις σε αστεριών συνουσίες
επικοινωνίες παράφορες σε αλληλένδετα σύμπαντα.
Πάθος είναι…
να προχωράς έστω και μόνος
στα μυστικά της αβύσσου.         
 

Πετροχελίδονα

 

Τα πετροχελίδονα κλυδωνίζονται

στου ουρανού το απόγευμα,
τα μαυρόασπρα κορμιά τους ακροβατούν
στις εκλάμψεις της άνοιξης
χορεύουν με τις αντιθέσεις των χρωμάτων
αντιστέκονται στον άνεμο που τα παρασέρνει.
Απολαμβάνουν τις μέρες τους
που είναι γεμάτες ανασφάλεια
έρωτα και αγωνίες
στιγμιαίες χαρές
εφήμερα φτερουγίσματα σε ριψοκίνδυνες πτήσεις
και τα βράδια κουρνιάζουν αποκαμωμένα
στις μετέωρες φωλιές τους
κι ονειρεύονται ατέλειωτα καλοκαίρια
δίχως το φόβο του χειμώνα.
Πόσο μοιάζουν με τις ζωές μας
μετέωρες υπάρξεις
παραδομένες στο Χρόνο
τα πάντα σε μία στιγμή
το άπειρο μέσα στο τίποτα
άλυτη εξίσωση με ακατανόητη λύση
ανεκπλήρωτη επιθυμία στου θανάτου το άγνωστο
απαλό φτερούγισμα
στην αγκαλιά της αθανασίας.      
 

Απώλεια


  

Πονάει

σαν μαχαιριά στην παλιά πληγή,
κολλάει στο δέρμα
στη μνήμη
ανεξίτηλο στίγμα
να θυμίζει περασμένα χαμόγελα
αλλοτινές χαρές που ξεθώριασαν.
Ακολουθεί τα επόμενα βήματα
σκιά που δεν μπορείς ν’ αποφύγεις
τη σέρνεις ξοπίσω σου
φυσική ακολουθία
μιας συνηθισμένης ύπαρξης.
Δάκρυ και γέλιο εναρμονίζονται μέσα της
σ’ ένα παρελθόν που διδάσκει επώδυνα
του παρόντος τη σημαντικότητα
την ανέγερση μετά από την πτώση,
καθορίζοντας τις μελλοντικές επιλογές.
Ο ερχομός της αναπόφευκτο χτύπημα
το σημάδι για πάντα θα μείνει
να θυμίζει
πως οτιδήποτε έχεις
μπορεί να χαθεί σε μια στιγμή,  
να θυμίζει
το ανίκητο δόρυ του τέλους.       
 

Η ΑΝΑΣΑ ΣΟΥ

 

Η ανάσα σου με ζεσταίνει

όπως η πρωινή αχτίδα το παγωμένο βότσαλο,
όπως η αμυδρή φλογίτσα ενός κεριού
τα χέρια του σκληρού χειμώνα. 
Το χιόνι έλιωσε και έγινε νερό
στον ανθισμένο κήπο της καρδιάς, 
αναρριχώνται τα φιλιά
στα ξεραμένα κύτταρα που άνυδρα διψούσαν,
γεμίσαν οι στιγμές πράσινο φύλλωμα
πολύχρωμα λουλούδια ανατέλλουν
στου γέλιου σου τη φωτεινή ημέρα
κι οι νύχτες φεγγαρόλουστες κοιμούνται
στης αγκαλιάς σου το ευωδιαστό σεντόνι.  
Αέρας ανοιξιάτικος στον άπνοο λαιμό μου
της ηδονής μου έκσταση σε κόκκινο τραγούδι
στροβιλισμός απόκρημνος σε βαλς που δεν τελειώνει
η ανάσα σου.       
 

Στίχοι φαντάσματα 

 

Στίχοι θολά φαντάσματα στα άδυτα της λήθης

λέξεις σκιές ανείδωτες δεν έφτασαν στα χείλη
μέσα στης μνήμης χάθηκαν τα σκοτεινά σοκάκια
και τριγυρνούν ρακένδυτοι αλήτες που κρυώνουν.  
Χέρι χαρτί δεν έπιασε μολύβι να τους γράψει
μάτια ποτέ δεν είδανε τι ήθελαν να πούνε
κανέναν δε συγκίνησαν, κανείς δεν τους διαβάζει
αφού ποτέ δε γράφτηκαν, το φως ποτέ δεν είδαν.
Κι όλοι το ξέρουν αν γοργά οι στίχοι δε γραφτούνε
τότε γοργά θα ξεχαστούν, γοργά θα ξεψυχήσουν
φαντάσματα θα γίνουνε, τις νύχτες θα γυρνάνε
μέσα στα όνειρα θα ζουν, στον ύπνο θα ουρλιάζουν. 
Δε θα μπορείς να κοιμηθείς και ξύπνιος δε θ’ αντέχεις
εξόν αν επιστρέψουνε μέσ’ στου μυαλού τα βάθη
κι εκεί βουτήξεις να τους βρεις στον πάτο της ψυχής σου
κι όταν ξανά θ’ αναδυθείς στα δάχτυλα του ήλιου
θα ησυχάσει η καρδιά απ’ τ’ άγρια πελάγη
τα βλέφαρα θα ενωθούν, γλυκά θ’ αγκαλιαστούνε
στην αμμουδιά θα κοιμηθείς και στο γαλάζιο κύμα.      
 

Δεν έχω χρόνο να φοβηθώ*

 

Αλαλαγμοί μολύνουν το σκοτάδι

ιαχές πολέμου αμαυρώνουν το φως της μέρας
διχοτομημένες πληγές σταλάζουν φρέσκο αίμα
στο πράσινο της ελπίδας. 
Παλεύω με τα τέρατα της κόλασης
δεν έχω χρόνο να ρωτήσω γιατί
δεν έχω χρόνο να περιμένω απαντήσεις
δεν έχω χρόνο να κάνω πίσω
δεν έχω χρόνο να φοβηθώ.   

 


*Η φράση ειπώθηκε από νεαρή Ουκρανή

  που έμεινε να βοηθήσει στην εμπόλεμη ζώνη ( Μάρτης 2022 )     




άνοιξη

 

ρωγμές σιωπής ξεχειλίζουνε λέξεις
μείζονα τραγούδια ανθίζουν στη Φύση
καυτές εξάψεις τα κορμιά ανασταίνουν
άνοιξη
στις κορυφογραμμές του Νου πολύχρωμα φεγγάρια
ανάβλυσμα χαράς από ευωδιαστό πίδακα
διάχυτη αγάπη χωρίς ιδιοτέλεια
άνοιξη
φιλιά στα χείλη από χείλη αγαπημένα
ηδυπάθεια που ρέει σε υγρά χάδια
άνοιξη
ευχή που έγινες πραγματικότητα
όνειρο που έγινες πράξη
άνοιξη

 

 

 

Ζωγραφική ( μικτή τεχνική ): Έλενα Κανδηλάκη 


 

 


ΦΕΥΓΟΥΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ

 

Φεύγουν τα πουλιά

απ’ το μολυσμένο ορίζοντα
από τα άρρωστα ποτάμια
από τα ανάπηρα σύννεφα
που δε μεταμορφώνονται σε νερό
και εξατμίζονται σε μια ανούσια ύπαρξη. 
Λασπωμένα τα φτερά
στων αιώνων τη σκουριά ξεψυχάνε
τα παρασέρνουν βρώμικοι άνεμοι
στο απέλπιδο, έσχατο τίναγμα
στη ματαίωση της ανύψωσης.  

 

Φωτογραφία ( Ιθάκη ): Σοφία Κοντογεώργου    


 

ΚΟΡΜΙ ΙΙΙ

 

Τρελό κι ατίθασο στα έγκατα του Χάους

πέφτει, σηκώνεται και πάλι απ’ την αρχή
δειλά τα βήματα, σκυφτοί οι ώμοι
θεός και άνθρωπος εναρμονίζονται στα κύτταρά του.
Χαρές και λύπες σχηματίζουν τις ουλές του
δάκρυ και γέλιο τις ρυτίδες του σμιλεύουν,
με την αφή να ψηλαφίζει στα τυφλά
ζωή και θάνατο στα ακροδάχτυλά του. 
Γυμνό κι ανέστιο στην άβυσσο του σκότους
η όψη του σκοντάφτει στις βροχές
οι απώλειες καθρεφτίζονται στο βλέμμα
χαράζουν το δέρμα οι στιγμές
κυλούν οι μέρες ανεπίστρεπτα
προς την αναπόφευκτη δύση. 

Βάρκα είναι το κορμί

σε τούτο το μονάκριβο ταξίδι
το πρώτο και το τελευταίο
μιας ψυχής περαστικής
μιας ψυχής βασανισμένης
που για λίγο φεγγίζει
απ’ τα σκοτεινά παράθυρα του Χρόνου,
για λίγο ανασαίνει
μέσα στο πάντα
μέσα στο τίποτα.  

Βάρκα είναι το κορμί

την ψυχή να ταξιδεύει…      
 


Μία από τις συμμετοχές μου στην ανθολογία: 
"Αχ! Έρωτα... - Ανθολόγιο ερωτικής ποίησης, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2020"(εκδόσεις Βεργίνα)  


                                     ΚΟΚΚΙΝΟ ΚΡΑΣΙ ΓΛΥΚΟ


Κόκκινο κρασί γλυκό
των αμπελιών του έρωτα
Κολλάει στα χείλη
το φιλί της μέθης
που γεύτηκα σε βράδια φιλήδονα
σε σεντόνια με αγάπη στρωμένα 
Μυρωδικά της ψυχής αποστάγματα
σιγοβράζουν στης προσμονής την αγκάλη
τη μοναξιά των κορμιών να ποτίσουν
Κέρασμα εκστασιασμένης μαινάδας
τις αισθήσεις στροβιλίζει
σε αφιονισμένο χορό της φωτιάς
στο στήθος της Αφροδίτης.      






Μία από τις συμμετοχές μου στην ανθολογία: 
"Αχ! Έρωτα... - Ανθολόγιο ερωτικής ποίησης, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2021"(εκδόσεις Βεργίνα)  


Αφήνομαι

 

Αφήνομαι

σ’ ένα ηφαίστειο ηδονής
σε μια θύελλα που θεριεύει τη φλόγα
σε μια θάλασσα που με πάει μακρυά
στα πέρατα τα άγνωστα
του κόκκινου πάθους,
στων χρωμάτων το άγγισμα
στου φιλιού σου τη δίνη
στων χειλιών σου την ίριδα
στων ματιών σου το χάδι.
Απροσδόκητε έρωτα
μ’ ένα νεύμα ταράζεις
της καρδιάς το στερέωμα
σαν ριπή μέσ’ στη νύχτα.
Αφήνομαι
στην αιχμή του βέλους
μια κηλίδα που έσταξε
τη ζωή να ποτίσει.     

 




  ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ   Ένα ποίημα είναι ποίημα όταν είναι γραμμένο με ρανίδες ψυχής με το αίμα του ασυνείδητου βαμμένο και το μαχαίρι ...