απρίλης



ευωδιαστά χρώματα στα μαλλιά του απρίλη
λικνίζονται ρόδα στον άνεμο
χαμογελούν οι καρδιές των ανθρώπων
ιστιοφόρα χαράζουν τη θάλασσα
φιλιά του ήλιου στα κύματα γνέφουν
στης πεταλούδας το σκίρτημα ρίγη
μέσα στο χάος των άστρων γαλήνη
μέσ’ στο σκοτάδι ελπίδας γαλάζιο   






ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ



Πρόσφυγες της ζωής
απάτριδα σκυλιά αβοήθητα
πεινασμένα για ένα χάδι
ένα νεύμα αγάπης
μια στάλα ξεκούραση.
Στα παγωμένα λασπόνερα του χειμώνα
ξεπλένουμε τις πληγές μας
πίνουμε τα δάκρυα της βροχής
μας τρέφουν αποφάγια ελεημοσύνης,
ξαποσταίνουμε φοβισμένα
στην υγρή αγκαλιά της νύχτας 
ελπίζοντας να ανταμώσουμε
το αυριανό ξημέρωμα. 


Σφιχτά περιλαίμια περιορίζουν τη Σκέψη
αόρατα σύνορα φιμώνουν τις λέξεις
ανελέητες θρησκείες μπολιάζουνε μίση
των αιώνων το αίμα ποτίζει πατρίδες. 


Πρόσφυγες της ζωής
τα εφήμερα βήματα σέρνουμε
μη θωρώντας το λίγο του Νου μας
το αδύναμο σώμα της ύπαρξης
που γερνάει κι ανούσια φεύγει.   


Γενάρης 2019
από τη συλλογή ΣΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΝ ΑΚΡΗ ( ποιήματα 1997-2017 ) 

Πίνακας : 
Οι πρόσφυγες 
Λάδι σε καμβά 
Τάκης Δημόπουλος   

ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΑΝΤΑΜΩΜΑ



Νυχτερινό αντάμωμα
στο άγρυπνο βλέμμα του Γαλαξία,
θολές εξάψεις δημιουργίας
σπινθηρίζουν φωνές απ’ τα έγκατα
της απύθμενης, άγνωστης ψυχής.
Στα σκοτάδια της Σκέψης
λέξεις τρεμοπαίζουν δειλά
σαν το φως που βυθίζεται
σε καυτή λίμνη κεριού
κι άλλοτε σαν γεράκια περήφανα
τα συννεφιασμένα ύψη διασχίζουν
και με άφοβες πτήσεις γαντζώνονται
στις πλαγιές του κόσμου.
Νυχτερινό αντάμωμα
ασυνείδητο ταξίδι παράξενο,
πού τελειώνει η αλήθεια
πού αρχίζει το ψέμα
θα φανεί
στο επόμενο ξημέρωμα.      


ΣΒΗΝΟΥΝ ΤΑ ΛΟΓΙΑ

γιατί εμείς δεν τραγουδάμε
για να ξεχωρίσουμε, αδερφέ μου, απ’ τον κόσμο
εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο
                ( Γιάννης Ρίτσος )





Σβήνουν τα λόγια απ’ των πράξεων τη γόμα
και λέξεις άδειες μουντζουρώνουν το χαρτί
τα βήματά μας απ’ το νόημα των στίχων
απέχουν όσο δύση και ανατολή. 


Η κυρά Μούσα ντροπιασμένη στο μολύβι
με το φουστάνι της σκισμένο και λερό
κι οι ποιητάδες τη γραφίδα μας βουτάμε
σ’ ένα μελάνι ματαιόδοξο, λειψό. 


Ποίηση δόλια οι υπηρέτες σου σ’ αφήσαν
μόνη και ξένη σ’ ένα σπίτι αδειανό
είπαν θα δώσουν όμως τίποτα δεν είχαν


κι αν χιόνι νιώθεις σ’ έναν κρύο ουρανό
λευκό λουλούδι στην αυλή σου θα φυτέψω
για να κοιτάζει μέσ’ στα μάτια τον καιρό.  


ΣΚΙΕΣ ΑΛΓΕΙΝΕΣ



Συσσωρευμένοι πόνοι μέσα στην καρδιά
ποτέ δε γιατρεύονται
απλώς με τον καιρό τους συνηθίζεις
τους κουβαλάς μέσα σου, σε ακολουθούν παντού
σκιές αλγεινές
που συντροφεύουν κάθε σου κίνηση.


Απ’ τα βάθη του χρόνου
αναδύονται δυνατές ανάμνησες
αυτές ξέρουν τι σου λείπει
δεν μπορείς να τις ξεγελάσεις
στέκεις μπροστά τους διάφανος,
αυτές ξέρουν πώς να σε τιμωρήσουν.


Μνήμη, βασίλισσα του Νου
με τις τρείς σου κόρες:
τη Λησμονιά με την Τρέλα για την ίαση
και την Ανάμνηση για τη γνώση
και την τιμωρία των σφαλμάτων. 


Το μπλουζ του Μισισιπή 




Ελεύθερα ζήσε απόψε
και νιώσε των μπλουζ τη φωτιά
τον άνεμο που στροβιλίζει
το δαίμονα μέσ’ στην καρδιά.  

                                       -R-
                           Κορνέτα κλαίει
                           του φεγγαριού
                           πλάι στην όχθη
                           του ποταμού.



Μπουκάλι, τσιγάρο, κιθάρα
η σκόνη χροιά στη φωνή
της μέρας οι λύπες, τα πάθη
θα γίνουνε μπλε ιαχή.     

                                        -R-
                           Κορνέτα κλαίει
                           του φεγγαριού
                           πλάι στην όχθη
                           του ποταμού.  



Τ’ αστέρια μιλάνε στα φύλλα
παλιά του νερού μυστικά
που κάνουν τον πόνο τραγούδι
στα όνειρα δίνουν φτερά.   


ΠΟΙΗΜΑ  ( ακροστιχίδα ) 
    



Ποιώ με της ψυχής μου το αίμα
   στίχους ανέστιους
   στου ουρανού το βλέμμα
Οίστρος σαν σκοτεινό φεγγάρι
   ενστικτωδώς παλεύει
   με φως του Λόγου μορφή να πάρει
Ιδέα που δειλά τρεκλίζει
  στα στενά του κόσμου
  την αλήθεια της ψελλίζει
Ήλιος του μυαλού την πορεία
   στην τροχιά της Σκέψης
   καθορίζει με αρμονία
Μάνα επίπονα γεννάει
    με αγάπη τις λέξεις
    το παιδί να μιλάει
Ανάγκη που ποτέ δεν τελειώνει
   στου θανάτου το ψέμα
   τη ζωή μεγαλώνει   


ΤΟ ΦΙΛΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ 




Διφορούμενες καταστάσεις
προσπαθούν να εναρμονιστούν
στην ψυχρή πραγματικότητα.
Της ψυχής οι καθρέφτες ανήλεοι
ξερνάνε αλήθειες αγόγγυστα
λεπίδες που χαράζουν τις μέρες
φόβους που τις νύχτες στοιχειώνουν.
Το φιλί της ζωής μια εξίσωση
που κανένας δεν ξέρει τη λύση,
μια πνοή φωτεινή, ανεκτίμητη
που αστράφτει στης Γνώσης τα βάθη. 
Παφλασμός στιγμιαίος που χάνεται
κι αντηχεί στο πηγάδι του Χρόνου,
αστραπή που γελώντας αφήνεται
να χαθεί στου απείρου τα χείλη.   


ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟ ΝΙΚΟ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ 




Δείξε μου δάσκαλε
τα όρια της Σκέψης,
τα μονοπάτια της Αλήθειας
στον ατέλειωτο της ψυχής λαβύρινθο.
Γέννημα του ανθρώπου
το άγγισμα του θεού
η κόλαση και η παράδεισος
συνυπάρχουν και αντιμάχονται
μέσα μας.
Τα φτερά της ελευθερίας
από επίπονες θυσίες πλασμένα
κι από ματωμένες απώλειες
στο αγκάθινο στεφάνι
της πληγής μας.
Ματαιωμένες ιδεολογίες
κατεστραμμένες θρησκείες
αποδιωγμένες πατρίδες 
κείτονται στην άβυσσο του Νου
κι εγώ εργάτης1 ανίδεος
αιώνια μαθητευόμενος
το νερό της Γνώσης θα διψάω
που καθάριο απλώνεται
από την αρχή του σκοταδιού
ως των μακρινών απογόνων μου
το άγνωστο φως. 




1  είμαι ο εργάτης της άβυσσος
   από την ΑΣΚΗΤΙΚΗ του Νίκου Καζαντζάκη  


ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ 



Πόσο κοστίζει η ελευθερία κυρ Αλέξη; 
Πόσο καθείς μπορεί ν’ ανοίξει τα φτερά του; 
Φύγε είσαι λεύτερος
αν έρθει κάποιος και σου πει
εσύ θα φύγεις;  


Όλο και κάποια αλυσίδα θα σε δένει
όλο και κάποια θλίψη θα σου βαραίνει τα πόδια
και της λευτεριάς τα βήματα
πρέπει να είναι ανάλαφρα
σαν ανάσα πεταλούδας
αλλιώς λευτεριά δεν είναι.
Αν σε ξυπνάει μια ανάμνηση τη νύχτα
αν μία λύπη ξεθωριάζει τη χαρά σου
αν πειρασμός για το σκοπό σου αμφιβάλει
τότε λευτεριά δεν είναι.
Η λευτεριά είναι καθάρια σαν τον ήλιο
ένα τραγούδι χιονισμένο στο απόγι
μια ιαχή απ’ του Αχέροντα την όχθη
μια Γνώση πέρα απ’ τα ύστερα του κόσμου.


Εσύ που καταπιάστηκες με τα ανθρώπινα
τα μπερδεμένα κι άλυτα κουβάρια
πες μου πού είναι η αλήθεια κυρ Αλέξη
στον ουρανό ή μέσα μου
στο θάνατο ή στη ζωή;      


  ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ   Ένα ποίημα είναι ποίημα όταν είναι γραμμένο με ρανίδες ψυχής με το αίμα του ασυνείδητου βαμμένο και το μαχαίρι ...